Τι κάναμε όταν το σπίτι έπιασε φωτιά: Μία απόπειρα απολογισμού της πολιτικής καμπάνιας: «Υγεία χωρίς αποκλεισμούς»

Για να διαβάσετε τον απολογισμό σε μορφή pdf πατήστε εδώ

Τι κάναμε όταν το σπίτι έπιασε φωτιά: Μία απόπειρα απολογισμού της πολιτικής καμπάνιας: «Υγεία χωρίς αποκλεισμούς»

Τον Δεκέμβριο του 2019, αναγνωρίζεται για πρώτη φορά στην πόλη Γουχάν της Κίνας, ο κορονοϊός SARS-CoV-2.  Μέσα σε λίγους μήνες  ο συγκεκριμένος ιός φέρνει τον παγκόσμιο καπιταλισμό στη δίνη της μεγαλύτερης υγειονομικής κρίσης της ιστορίας του, τουλάχιστον τα τελευταία εκατό χρόνια. Η πανδημία εξαπλώθηκε σε κάθε γωνιά του κόσμου τόσο γρήγορα, όπως ταξιδεύουν σήμερα η ανθρώπινη εργασία, τα εμπορεύματα και το χρήμα. Στον ελλαδικό χώρο, τα πρώτα επιβεβαιωμένα κρούσματα εμφανίζονται την Άνοιξη του 2020 με το κυβερνητικό επιτελείο να δηλώνει έτοιμο. Οι επόμενες εβδομάδες είναι πολύ διαφορετικές και κηρύσσεται καθολική απαγόρευση κυκλοφορίας. Τα μοναδικά μέτρα που παίρνει το ελληνικό κράτος για την «προστασία της δημόσιας υγείας» είναι μέτρα κατασταλτικά για να καλύψουν τη γύμνια του δημόσιου συστήματος περίθαλψης.  Αν και προσπάθησαν να υπάρξουν πράξεις συλλογικής αντίστασης εν μέσω πρωτόγνωρων καταστάσεων, το διάχυτο κλίμα φόβου και τα μέτρα εγκλεισμού που επιβλήθηκαν κατάφεραν να παραλύσουν κάθε πιθανή κριτική σκέψη και να βάλουν στον «πάγο» τον κοινωνικό ανταγωνισμό με σοβαρές συνέπειες: Η αστάθεια του καπιταλιστικού οικοδομήματος είχε αποφευχθεί, η κοινωνική ειρήνη είχε διασφαλιστεί και τα αφηγήματα των αφεντικών είχαν εδραιωθεί.

Από τις αφηγήσεις θριάμβου της ελληνικής κυβέρνησης και το άνοιγμα της οικονομίας για την τουριστική σεζόν το καλοκαίρι περνάμε στην επιβολή ενός δεύτερου καθολικού lockdown στις αρχές Νοεμβρίου 2020. Το δεύτερο πανδημικό κύμα εξαπλώνεται με μεγαλύτερη σφοδρότητα όσον αναφορά την ταχύτητα μετάδοσης και τον αριθμό όσων μολύνονται. Όλο το προηγούμενο διάστημα, η κρατική εξουσία μίλαγε με υποκρισία και κυνισμό για ένα θωρακισμένο σύστημα υγείας. Η κατάρρευση των νοσοκομείων στην βόρεια Ελλάδα και οι καθημερινοί δεκάδες νεκροί από κορονοϊό απέδειξαν περίτρανα ότι τίποτα δεν είχαν κάνει για να ενισχυθεί η δημόσια περίθαλψη και για να υπάρχει σοβαρός έλεγχος/ επιδημιολογική επιτήρηση της πανδημίας.

Το αναποτελεσματικό, σε υγειονομικό επίπεδο, lockdown ανανεωνόταν από μήνα σε μήνα και τα πρωθυπουργικά διαγγέλματα είχαν γίνει πλέον κομμάτι της καθημερινότητας. Το αρχικό κάλεσμα για την οργάνωση της καμπάνιας πραγματοποιείται στις 27 Φεβρουαρίου 2021. Έχει μια σημασία να περιγράψουμε σε λίγες γραμμές τις συνθήκες που επικρατούσαν εκείνο το διάστημα αναφορικά με την κατάσταση της πανδημίας και την πολιτική διαχείριση που αφορά τη δημόσια περίθαλψη. Η πανδημία συνέχιζε να επιμένει μέσω ενός τρίτου κύματος το οποίο και οδήγησε τα νοσοκομεία της Αττικής σε γενικευμένο λειτουργικό black out. Με δύο λόγια, το σύστημα περίθαλψης ουσιαστικά αδυνατούσε να φροντίσει επαρκώς ασθενείς με covid καθώς υπήρχαν λίστες αναμονής ημερών για διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ. Την ίδια στιγμή οι υπόλοιπες υγειονομικές ανάγκες του πληθυσμού είχαν παραγκωνιστεί μέσα από την μετατροπή του Ε.Σ.Υ σε σύστημα αντιμετώπισης μιας νόσου με αποτέλεσμα την αύξηση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας άλλων ασθενειών. Για την πρωτοβάθμια περίθαλψη από την αρχή της πανδημίας επιφυλάχθηκε μηδενικός ρόλος. Η απαξίωσή της όμως πήγε ένα βήμα παραπέρα όταν τον Ιανουάριο του 2021 η κυβέρνηση αποφάσισε να μετατρέψει όλες τις πρωτοβάθμιες δομές υγείας σε εμβολιαστικά κέντρα αποκλείοντας από καθημερινές υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης εκείνους και εκείνες που δεν είχαν να τα σκάσουν στα ιδιωτικά μαγαζιά της υγείας. Στις ευπαθείς και ευάλωτες ομάδες (τρόφιμοι σε γηροκομεία, ψυχιατρεία και φυλακές, μετανάστες σε κέντρα κράτησης, άστεγοι) όλους τους μήνες του lockdown η κρατική πολιτική επιφύλασσε αδιαφορία, εγκλεισμό και ελλιπή μέτρα πρόληψης.

Τα αντιφατικά μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού που έπαιρνε το κυβερνητικό επιτελείο και η πρωτοφανής αναβάθμιση της καταστολής ήταν βασικοί λόγοι που απονομιμοποιήθηκε στα μάτια ενός σεβαστού κομματιού των εκμεταλλευόμενων το κρατικό αφήγημα και το κύρος των «ειδικών» του κεφαλαίου. Παρόλα τα πρωτόγνωρα εμπόδια που έβαζαν τα κατασταλτικά μέτρα, είδαμε διαδηλώσεις που έσπασαν στην πράξη τις απαγορεύσεις, αν και τα περιεχόμενα τους δεν εμπεριείχαν ρητά ένα αντι-lockdown πλαίσιο αλλά έθιγαν κάθε φορά επιμέρους ζητήματα (πορείες 17 Νοέμβρη & 6 Δεκέμβρη, πορείες υπεράσπισης του Δ. Κουφοντίνα, πορεία στη Ν. Σμύρνη ενάντια στην αστυνομική βία).

Καθ’ όλη την διάρκεια του δεύτερου πολύμηνου lockdown, θα λέγαμε ότι οι πολιτικές διαδικασίες, που συμπεριλαμβάνουν το ζήτημα της υγείας και το τοποθετούν ως πεδίο κοινωνικού ανταγωνισμού μέσα στην πανδημική συνθήκη, αποτελούσαν μειοψηφική τάση μέσα στο κίνημα.Η όποια κοινωνική αντιπαράθεση με την πολιτική διαχείριση της πανδημίας – σε υγειονομικό επίπεδο – στις περισσότερες των περιπτώσεων είχε μείνει σε θεωρητικό επίπεδο και στη γενική καταγγελία μέσα από ένα στείρο αντιπολιτευτικό λόγο, ενώ οι περισσότερες διεκδικήσεις λάμβαναν χαρακτηριστικά παραδοσιακού συνδικαλισμού. Βασική προσδοκία της καμπάνιας ήταν να συμβάλει στη συγκρότηση μιας αυτόνομης τάσης μέσα στο ανταγωνιστικό κίνημα που θα εδαφικοποιεί την πολιτική της παρέμβαση σε πεδία, όπως αυτό της γειτονιάς αλλά και στους χώρους της βιομηχανίας της υγείας με τρόπο σταθερό και δημόσιο για να συνδεθεί και να αναπτύξει σχέσεις με υπόλοιπα κομμάτια της τάξης μας.

ΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ

Μέσα από την επιτακτικότητα της συγκυρίας πάρθηκε πρωτοβουλία από την συλλογικότητα Κινήσεις για την Ταξική Αυτονομία να οργανωθεί μαζί με άλλες πολιτικές διαδικασίες και συντρόφους/-φισσες μια καμπάνια για το ζήτημα της δημόσιας περίθαλψης μέσα στην υγειονομική κρίση, χρονικού διαστήματος περίπου τριών μηνών με κορύφωση μια κεντρική διαδήλωση. Και τους τρεις μήνες η καμπάνια απαρτήθηκε επιπλέον, από τις εξής πολιτικές διαδικασίες:  Συνέλευση για την Κυκλοφορία των Αγώνων,  Αυτόνομη εργατική ομάδα Still in the game,  Πρωτοβουλία εργαζομένων/ανέργων στα νότια,  Νομάδες -εργατική συνέλευση στα β/α, Συνέλευση κατοίκων Βύρωνα –Καισαριανής- Παγκρατίου, πρωτοβουλία ατόμων από το Αυτοδιαχειριζόμενο στέκι Άνω Κάτω Πατησίων,  Solidarity with Migrants,  Αντιπολεμική Διεθνιστική Κίνηση.

Στο κάλεσμα ανταποκρίθηκαν και συνεργάστηκαν εγχειρήματα ανόμοια ως προς τα χαρακτηριστικά συγκρότησης και το πεδίο απεύθυνσής τους, αλλά με κοινή συνισταμένη τον προσανατολισμό στον κοινωνικό ανταγωνισμό. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι περισσότερες πολιτικές διαδικασίες εντός της καμπάνιας δεν είχαν συμπράξει ξανά στο παρελθόν. Σύμφωνα με το αρχικό πλάνο/πολιτικό κάλεσμα, η επιδίωξη της καμπάνιας διαρθρωνόταν από τρείς επιμέρους στόχους: να καταδείξει τις εγκληματικές ευθύνες της κρατικής διαχείρισης, αναδεικνύοντας παράλληλα το ζήτημα της δημόσιας περίθαλψης ως σημαντικό κομμάτι της κοινωνικής αναπαραγωγής και άρα του έμμεσου μισθού μας, αλλά και να δημιουργήσει έναν κοινό τόπο επικοινωνίας, διαλόγου και δράσης για τους εκμεταλλευόμενους/-ες, τόσο ως υγειονομικοί, όσο και ως χρήστες/-ιες των υπηρεσιών υγείας.

Οι στόχοι βασίστηκαν σε ένα σαφές πολιτικό σκεπτικό σχετικά με τα πεδία αγώνα τα οποία επιθυμούσαμε να αναδείξει η καμπάνια. Αυτοί ήταν:

Α. Αμφισβήτηση της κρατικής διαχείρισης της πανδημίας σε υγειονομικό επίπεδο.
Β. Ενίσχυση/στελέχωση των δομών της δημόσιας περίθαλψης με επαρκές προσωπικό, εναντίωση στην υποβάθμιση των τοπικών μονάδων υγείας και των παρεχόμενων υπηρεσιών τους, στήριξη των αιτημάτων των υγειονομικών και των κινητοποιήσεών τους, ρήξη με τα συντεχνιακά συμφέροντα και τις διοικήσεις των νοσοκομείων.
Γ. Αντίθεση στην περαιτέρω ιδιωτικοποίηση του δημοσίου συστήματος και την πλήρη μετατροπή του σε μπίζνα υγείας με ταυτόχρονη αντιλογία στο προηγούμενο μοντέλο περίθαλψης.
Δ. Ισότιμη και δωρεάν πρόσβαση στην δημόσια περίθαλψη σε όλους και όλες με ή χωρίς χαρτιά, ανεξαρτήτου φυλής, φύλου, σεξουαλικότητας.
Ε. Αναπροσαρμογή του δημοσίου συστήματος περίθαλψης. Ένα μοντέλο περίθαλψης πραγματικής ικανοποίησης αναγκών χωρίς φακελάκια, αποκλεισμούς, χορηγίες από φαρμακευτικές εταιρίες με ταυτόχρονο κοινωνικό έλεγχο από τις χρήστριες και τους χρήστες του.

Τρόπος συγκρότησης και λειτουργίας της καμπάνιας

Θεωρούμε σημαντικό και κρίσιμο αυτή τη στιγμή να περιγράψουμε τον τρόπο συγκρότησης και λειτουργίας της καμπάνιας. Και αυτό καθώς θεωρούμε πως οι δομές και τα πολιτικά εργαλεία που αναπτύσσουμε και δοκιμάζουμε οφείλουν να είναι κοινός τόπος, ο σχεδιασμός, η οργάνωση και η προ-φόρμα να μοιράζονται και να εγγράφονται στη συλλογική μνήμη ώστε να χρησιμοποιούνται ή να αποφεύγονται στους αγώνες του μέλλοντος.

Χρονοδιάγραμμα

Αρχικά, το κάλεσμα των Κινήσεων για την Ταξική Αυτονομία για την συγκρότηση της καμπάνιας αποτελούνταν από ένα αρκετά αναλυτικό σκεπτικό σχετικά με τη δομή, το περιεχόμενο και τους στόχους της. Οι ομαδοποιήσεις κλήθηκαν να το μελετήσουν, να σχολιάσουν και εν τέλει να εκφράσουν τυχόν παρατηρήσεις και όσες συμφωνούσαν να δηλώσουν την διαθεσιμότητά τους για συμμετοχή στην υπό διαμόρφωση καμπάνια. Για τις περισσότερες ομαδοποιήσεις, και μόνο το γεγονός του καλέσματος στη συγκεκριμένη συγκυρία που περιγράψαμε παραπάνω ήταν ζωτικό· πόσο δε μάλλον αφού αυτό έγινε με συγκροτημένο τρόπο, πράγμα που αποτέλεσε κάτι νέο και προσέφερε μία αίσθηση σιγουριάς για την εξέλιξη του εγχειρήματος. Σε αυτό συνέβαλε σίγουρα και μια αίσθηση ότι το κάλεσμα δεν ξεκινάει από το μηδέν, αλλά τα επιμέρους του χαρακτηριστικά ήταν και αποτέλεσμα της συσσωρευμένης κινηματικής εμπειρίας των θετικών και των αρνητικών, που έχουμε αποκομίσει στην προσπάθεια μας να βρεθούμε και να πράξουμε από κοινού.

Το πρώτο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό του καλέσματος ήταν ο προκαθορισμένος χρόνος ζωής της Υγείας χωρίς Αποκλεισμούς, στους τρεις μήνες. Επιλέχτηκε το εγχείρημα να έχει «αρχή-μέση-τέλος» και να μην αφεθεί τελείως στον αέρα έχοντας ως αντιπαράδειγμα τα ατέρμονα συντονιστικά, που καταλήγουν αποδυναμωμένα και διαλύονται ή συνεχίζουν χωρίς στοχοθεσία με βάση τα θέλω κάποιων μειοψηφιών. Στις αρχικές προθέσεις ήταν το σημείο κορύφωσης να αποτελεί μια κεντρικού χαρακτήρα διαδήλωση στο Υπουργείο Υγείας τη στιγμή ανοίγματος της οικονομίας δηλαδή κατά τα μέσα Μάϊου. Το χρονοδιάγραμμα αυτό δεν τηρήθηκε αυστηρά, με αποτέλεσμα η καμπάνια να απλωθεί στους 5 μήνες και η διαδήλωση να πραγματοποιηθεί τελικά στις 23/6/21. Το σκεπτικό πίσω από τη πορεία επίσης διαφοροποιήθηκε, αφού δεν υπήρχε ταύτιση απόψεων στην τελική φάση της καμπάνιας, για το αν η πορεία αποτελούσε εν τέλει σημείο κορύφωσης ή μια ακόμα στάση της καμπάνιας. Κι αυτό επειδή το ίδιο το ζήτημα της σημασίας της πορείας στη συνολική διαδρομή της καμπάνιας, δεν έτυχε εκτενούς συλλογικής επεξεργασίας.  Εν τέλει η πορεία που διοργανώθηκε στόχευσε τα νοσοκομεία σε κεντρικούς άξονες της Αθήνας (τα οποία ακόμα και στα τέλη Ιουνίου δέχονταν ιδιαίτερη πίεση) αποτελώντας μια συνέχεια των αλλεπάλληλων δράσεων της καμπάνιας έξω από αυτά.

Οι συνελεύσεις πραγματοποιούνταν κάθε δύο εβδομάδες (αν και αρκετές φορές αναγκαστήκαμε να κάνουμε εβδομαδιαίες συνελεύσεις) και είχε συμφωνηθεί να έχουν αποφασιστικό χαρακτήρα, να μη γυρνάνε οι συζητήσεις δηλαδή πίσω στις συνελεύσεις των ομάδων. Αυτό είναι άλλο ένα χαρακτηριστικό που επιλέχτηκε ώστε να αποφευχθεί το γνωστό μοτίβο καθυστέρησης το οποίο πολλές φορές δρα παραλυτικά στα κάθε είδους συντονιστικά, ενώ κάποιες φορές χρησιμοποιείται από ομάδες εκ του πονηρού ώστε να μπλοκάρονται αποφάσεις και συζητήσεις. Αν και κάποιες ομαδοποιήσεις διαφώνησαν με αυτόν τον τρόπο λειτουργίας  ήδη από την 1η συνέλευση εμείς θεωρήσαμε ότι λειτούργησε. Προέτρεψε τις ομάδες να συζητούν επαρκώς για τα ζητήματα που συζήταγε η καμπάνια και να έρχονται προετοιμασμένες για ζύμωση ενώ βοήθησε στο να μη γίνουν υπερβολικά χρονοβόρες οι διαδικασίες. Φυσικά κάποιες φορές γνωρίζαμε ότι κάποια θέματα απαιτούσαν ολομελειακή συζήτηση από τις ομάδες και έτσι δόθηκε ο χρόνος να γυρίσουν πίσω και να επανέλθουν οι ομάδες προετοιμασμένες. Επίσης σε κάποιες περιπτώσεις καταλήγαμε να προχωράμε τις κουβέντες μας με ατομικές τοποθετήσεις κάτι που όμως δεν θεωρούμε ότι είναι εγγενώς κακό και μας βοήθησε στο ξεμπλοκάρισμα της διαδικασίας αλλά και στο να αναπτυχθεί καλύτερη επικοινωνία μεταξύ μας. Τα παραπάνω μπορούμε να πούμε ότι συνέβησαν κυρίως λόγω της διαφορετικότητας των ομάδων όσον αφορά το χαρακτήρα, την εμπειρία, τη ζύμωση, τη συχνότητα των συνελεύσεων και του μεγέθους τους.

Υποομάδες και κεντρική διαδικασία

Άλλο ένα χαρακτηριστικό της καμπάνιας ήταν η ύπαρξη ομάδων εργασίας. Σκοπός τους ήταν να βελτιώσουν την πολιτική διαδικασία προετοιμάζοντας και προτείνοντας θεματικές, δράσεις και προπαγανδιστικό υλικό, να απελευθερώσουν την κύρια διαδικασία από ζητήματα τεχνικά, οργανωτικά και να δημιουργήσουν τόπους εκτός του δρόμου, όπου οι επιμέρους ομάδες θα συνυπάρχουν και σχετίζονται. Οι ομάδες εργασίας που λειτούργησαν ως κομμάτι της καμπάνιας ήταν:

  • Ομάδα Πολυμέσων
  • Ομάδα Γραφιστικών
  • Ομάδα Στρατηγικής
  • Ομάδα Κειμένου
  • Ταμείο

Οι ομάδες εργασίας σε γενικές γραμμές λειτούργησαν και βοήθησαν τη διαδικασία να παραμένει στοχοπροσηλωμένη και να μην αναλώνεται σε συζητήσεις για τα επιμέρους ζητήματα. Από την άλλη, είναι κοινώς αποδεκτό ότι οι ομάδες εργασίας απαιτούν μια επιπλέον δέσμευση των επιμέρους συνελεύσεων. Δεδομένου δε ότι οι συνελεύσεις που συμμετείχαν δεν είχαν όλες την ίδια δυναμική με ποσοτικούς όρους, δεν είχαν όλες επεξεργαστεί προηγουμένως το ζήτημα της υγείας από  ανταγωνιστική σκοπιά, ούτε και είχαν τη δυνατότητα να επεξεργαστούν τα ζητήματα που έθετε η καμπάνια, καθώς επίσης δεν είχαν δηλώσει στην πρώτη συνέλευση τον ίδιο βαθμό δέσμευσης στην καμπάνια. Ήταν λοιπόν αναμενόμενο, ότι δεν θα επιτευχθεί αντίστοιχη συμμετοχή και ίσως εμφανισθούν φαινόμενα ανάθεσης και ανισοκατανομής των εργασιών. Παρ΄ όλα αυτά, η ύπαρξη και λειτουργία των ομάδων εργασίας κρίνεται θετική. Από τις ομάδες εργασίας, αυτή για την οποία έγινε η περισσότερη συζήτηση απολογιστικά ήταν η ομάδα στρατηγικής. Αυτό θεωρούμε ότι συμβαίνει επειδή a priori μια τέτοια ομάδα είναι επιφορτισμένη με έναν αρκετά κρίσιμο για την καμπάνια ρόλο. Αυτόν της ανάγνωσης της συγκυρίας και της διατύπωσης προτάσεων και σχεδιασμού πλάνων δράσης, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τις πολιτικές συμφωνίες και κατευθύνσεις που προκύπτουν από την κεντρική διαδικασία. Στην περίπτωση μας αυτό δεν επετεύχθη καθολικά και η συγκεκριμένη ομάδα δεν κατόρθωσε να εκπληρώσει το λόγο ύπαρξής της παρά μόνο επιμέρους. Λειτούργησε μόνο στην αρχή της καμπάνιας όταν και έκανε κάποιες προτάσεις οι οποίες υιοθετήθηκαν σε ένα βαθμό. Στη συνέχεια ουσιαστικά ατύπως αυτοκαταργήθηκε χωρίς όμως η διαδικασία να μπορέσει να την υποκαταστήσει.  Εξετάζοντάς το ζήτημα της στρατηγικής εκ των υστέρων, νομίζουμε ότι αυτό θα έπρεπε να είναι οργανικό κομμάτι της κεντρικής διαδικασίας της καμπάνιας και μόνο ζητήματα που αφορούν προετοιμασία θεματικών ή υλοποίηση αποφάσεων να ανατίθενται σε ομάδες εργασίας ώστε να διατηρείται ζωντανή η συζήτηση και η ζύμωση για την επικαιρότητα και την δική μας κίνηση σε σχέση με αυτή. Για τις ομάδες εργασίας εν γένει, θεωρούμε πως θεωρητικά έχουν πολλές δυνατότητες ως τεχνικό μέσο οργάνωσης και αναζητώντας τρόπους να τις εντάξουμε στις διαδικασίες μας, κρίνουμε πως οφείλουν να περιορίζονται περισσότερο σε τεχνικά ζητήματα ή έστω σε μια πρώτη επαφή και επεξεργασία για προετοιμασία και δόμηση της συζήτησης που θα πραγματοποιείται, προς διευκόλυνση της συνέλευσης και όχι αντικαθιστώντας τη.

Σύνδεση στόχων/περιεχομένων/δράσεων

Θεωρούμε πως το αρχικό πλάνο και το πολιτικό πλαίσιο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη δυναμική εκκίνηση της διαδικασίας και τη βοήθησε να αποφύγει την ανάλωση σε πολύ μεγάλες συζητήσεις προετοιμασίας αλλά και γιατί πολλές ομάδες θα χρειάζονταν πολύ χρόνο για συζήτηση εκ του μηδενός. Θεωρούμε όμως ότι μέσα στον περιορισμένο χρόνο που είχαμε, καταφέραμε να κάνουμε αρκετές συζητήσεις και να υπάρξει ζύμωση για μια σειρά από ζητήματα. Καταφέραμε να μην αντιμετωπίσουμε με όρους διεκπεραίωσης το ζήτημα που είχαμε μπροστά μας, να το κάνουμε σε ένα βαθμό κτήμα μας (ακόμα και αν κάποιοι/ες από εμάς, δεν είχαμε ποτέ πριν αντιμετωπίσει την υγεία ως πεδίο κοινωνικού ανταγωνισμού), κάτι το οποίο ήταν απαραίτητο τόσο για την κρίσιμη συγκυρία,  όσο και γιατί κάποια  κομμάτια της κοινωνίας τα συναντούσαμε σχεδόν πρώτη φορά (χρήστες/στριες υγείας, υγειονομικές/ους). Μπορεί να μην καταπιαστήκαμε  με όλους τους θεωρητικούς άξονες της καμπάνιας στον ίδιο βαθμό, μπορεί να μην αντιμετωπίσαμε κάποια σημεία όπως την ελεύθερη πρόσβαση στις δομές υγείας στο βάθος που θα θέλαμε, μπορεί τα ζητήματα που έβαζε η επικαιρότητα όπως τα εμβόλια να ήμασταν πιο ανέτοιμοι να τα αντιληφθούμε σε όλο τους το εύρος, ή να πιεζόμασταν από το σφιχτό χρονικό πλαίσιο, όμως καταφέραμε να έχουμε συνέπεια του λόγου που παρήγαμε με τα πεδία αγώνα που προσπαθήσαμε να ανοίξουμε. Τα δεκάδες μοιράσματα που αποφασίστηκαν σε νοσοκομεία, κέντρα υγείας, εμβολιαστικά κέντρα, η στήριξη/συμμετοχή σε πορείες (Δρομοκαΐτειο 12/04, Αντιρατσιστική 29/5 – Βικτώρια, ΤΟΜΥ Πετραλώνων 01/06) η παρέμβαση στο νοσοκομείο Έλενα για τους αποκλεισμούς, η στήριξη κινητοποιήσεων των υγειονομικών κ.α. είχαν απαντημένα τα ερωτήματα του με ποιο σκοπό γίνονται, τι εξυπηρετούν στην υπόθεση μας και ποιοι ήταν οι άνθρωποι στους οποίους απευθυνόμασταν. Ίσως για αυτό στην πλειοψηφία τους, υλοποιήθηκαν. Διότι η καμπάνια με τον τρόπο που αντιμετώπισε την υπόθεση της υγείας έκανε κάποια πρώτα ουσιαστικά βήματα για το ξεπήδημα αγώνων και για τη δημιουργία κοινοτήτων των άμεσα θιγόμενων και πάτησε πάνω στην ανάγκη των υποκειμένων να δράσουν για κάτι που τους αφορούσε άμεσα.

Τι πέτυχε και τι δεν πέτυχε η καμπάνια και γιατί

Αναφέραμε και στην αρχή του κειμένου ότι η καμπάνια ΥΧΑ είχε εξαρχής πέντε διακηρυγμένους στόχους. 

Είναι φανερό ότι οι στόχοι αυτοί αναφέρονται περισσότερο σε γενικές κατευθύνσεις θεωρίας και δράσης, πράγμα δηλαδή που αντιστοιχεί στις δυνάμεις της καμπάνιας, στο χρονικό ορίζοντα ζωής της και στην κοινωνική συγκυρία μέσα στην οποία κληθήκαμε για να δράσουμε. Θα πρέπει λοιπόν καταρχήν να κριθούμε στη βάση του βαθμού επίτευξης αυτών των στόχων, όπως αυτοί εξειδικεύτηκαν στις συζητήσεις της ολομέλειας της καμπάνιας.

Εξειδικεύτηκαν στη βάση των προτάσεων που έθεσαν οι συλλογικές συζητήσεις. Χοντρικά αυτή η εξειδίκευση συμπυκνώθηκε στις εξής παραμέτρους: α. Να σπάσουμε το μονοπώλιο του λόγου του κράτους για την πανδημία και να θέσουμε το κίνημα εντός μιας άλλης αφήγησης από αυτή που έβλεπε την κρατική διαχείριση της πανδημίας μόνο ως επιχείρηση κοινωνικού ελέγχου ή ως ορθολογική επιστημονική προσέγγιση β. Να ενισχύσουμε ήδη υπαρκτές κοινότητες αγώνα, π.χ. Συνέλευση Χρηστών ΤΟΜΥ Κεραμεικού και να προσπαθήσουμε να έρθουμε σε επαφή με εργαζομένους νοσοκομείων και πρωτοβάθμιας υγείας, όπως και  με τους χρήστες υπηρεσιών υγείας στις γειτονιές· όλα αυτά στην προοπτική του να ξεκινήσουν νέες διαδικασίες αγώνα για την υγεία στις γειτονιές, όπως και να συμμετέχουμε σε αγώνες των ίδιων των υγειονομικών γ.  Να κάνουμε παρεμβάσεις σε δομές υγείας αναφορικά με τους αποκλεισμούς δ. Να αναδείξουμε τις ευθύνες του φαρμακευτικού κεφαλαίου στην εκμετάλλευσης της πανδημίας ε. Να κορυφώσουμε την τρίμηνη καμπάνια με μια μαχητική και αξιοπρεπή πορεία στο Υπουργείο Υγείας, για να καταδείξουμε ξεκάθαρα την κρατική εγκληματικότητα στη διαχείριση της.

Δουλεύοντας σκληρά για σχεδόν πέντε μήνες, όπως αναλύσαμε στην προηγούμενη ενότητα, πετύχαμε πολλά. Χιλιάδες προκηρύξεις διανεμήθηκαν στοχευμένα καταρχήν σε χώρους υγείας αλλά και σε λαϊκές αγορές, μέσα μαζικής συγκοινωνίας κλπ. Ειδικότερα, οι υγειονομικοί της καμπάνιας γράψανε και διένειμαν το δικό τους κείμενο στα περισσότερα νοσοκομεία της Αθήνας, θέτοντας ξεκάθαρα τόσο τις ευθύνες όλης της διοικητικής ιεραρχίας για τη διαχείριση της πανδημίας μέσα στους χώρους υγείας, αλλά και τις διαχωριστικές γραμμές που πρέπει να τεθούν ρητά εντός των εργαζομένων στους χώρους υγείας με άξονα τα ζητήματα του ποιος δουλεύει και ποιος δίνει εντολές, του ποιος δουλεύει για να εκμεταλλεύεται η ιατρική ιεραρχία τις σχέσεις με το φαρμακευτικό κεφάλαιο και τους ασθενείς κλπ. Πιθανόν να είναι η πρώτη φορά που ένα τέτοιο κείμενο διανέμεται από υγειονομικούς σε υγειονομικούς σε τόση έκταση τα τελευταία 20 χρόνια, πράγμα που δείχνει ανάμεσα στα άλλα και την κατάσταση του παραδοσιακού συνδικαλισμού μέσα στους χώρους υγείας.

Ανάμεσα στις πολλές παρεμβάσεις μας στους χώρους υγείας κρατάμε ως σημαντική τη συμμετοχή στη διαμαρτυρία των εργαζομένων του Ευαγγελισμού ενάντια στην τιμωρητική στέρηση μισθού που επέβαλλε η διοίκηση του νοσοκομείου, σε δύο εργαζόμενους που τόλμησαν να αμφισβητήσουν δημόσια τη διαχείριση της πανδημίας εκ μέρους της.

Εξίσου σημαντική ήταν η από κοινού διοργάνωση με την Συνέλευση Χρηστών της ΤΟΜΥ Κεραμεικού στα Πετράλωνα την Τρίτη 01/06/21, πορείας διαμαρτυρίας για την ενίσχυση των δομών της πρωτοβάθμιας υγείας της περιοχής, όπου βρήκαμε την ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με ένα αγωνιστικό σώμα χρηστών υπηρεσιών και να στηρίξουμε τον αγώνα που γίνεται σ αυτή την γειτονιά τα τελευταία δύο χρόνια.

Παρότι κρίνουμε επίσης θετικές -ανάμεσα σε άλλα-, τις παρεμβάσεις στο νοσοκομείο Έλενα, που αφορούσαν τους αποκλεισμούς που υφίστανται γυναίκες μετανάστριες έγκυες, όπως και στο Δρομοκαΐτειο, που αφορούσε τις συνθήκες νοσηλείας ψυχικά ασθενών στη φάση της πανδημίας, ομολογούμε ωστόσο ότι δεν καταφέραμε να σταθούμε έμπρακτα πιο μαχητικοί και διεκδικητικοί, για να έχουμε πιο χειροπιαστά αποτελέσματα για διάφορους λόγους, η προτεραιοποίηση άλλων θεματικών δράσης ήταν ένας από αυτούς.

Προσμετράμε ακόμα στα θετικά της καμπάνιας τρία πράγματα: ότι για πρώτη φορά και σε τέτοια έκταση στο κίνημα τέθηκε και σε επίπεδο θεωρητικής επεξεργασίας και σε επίπεδο πρακτικών παρεμβάσεων, το ζήτημα της υγείας και της δημόσιας περίθαλψης ως ζητήματα κοινωνικού ανταγωνισμού, ως ζητήματα δηλαδή που αφορούν αντιθέσεις στην λειτουργία του δημόσιου συστήματος υγείας, που παράγουν καθημερινές συγκρούσεις, που έχουν νόημα για μας τους εκμεταλλευόμενους/-ες, τόσο ως υγειονομικοί, όσο και ως χρήστες/-ιες των υπηρεσιών υγείας. Ότι η καμπάνια έγινε ο τόπος συνάντησης μιας ομάδας υγειονομικών από τους χώρους υγείας της Αθήνας, που κινούνται σήμερα στην κατεύθυνση της δημιουργίας μιας Συνέλευσης Υγειονομικών με παρέμβαση στην καθημερινότητα στο χώρο της περίθαλψης. Αξιολογούμε ως τη σημαντικότερη παρακαταθήκη της καμπάνιας αυτό το τελευταίο πράγμα. Και τέλος,  ότι οι αναλύσεις μας σε όλα τα επίπεδα κι ενώ η πανδημία έχει μπει ήδη σε πιο επικίνδυνη φάση, έχουν αρχίσει ήδη να επιβεβαιώνονται.

Αυτή η τελευταία διαπίστωση κάνει ακόμα πιο δύσκολα ερμηνεύσιμα τα δύο κύρια γεγονότα, που συνιστούν τα αρνητικά της καμπάνιας κι αυτό που θα ορίζαμε ως αποτυχίες της όλης προσπάθειας. Το πρώτο είναι ότι ενώ δουλέψαμε τόσο σκληρά και τόσο συστηματικά,  η πορεία που διοργανώσαμε στα τέλη Ιουλίου (και που είχε προπαγανδιστεί ικανοποιητικά π.χ. με 4000 αφίσες στην πόλη, τρικάκια, προκηρύξεις, ένα βίντεο στο διαδίκτυο κλπ), δεν κατάφερε να προσελκύσει ένα σεβαστό αριθμό ανθρώπων, είτε υγειονομικών, είτε χρηστών και κυρίως δεν πλαισιώθηκε από τον κόσμο του κινήματος. Το δεύτερο, ότι ενώ η καμπάνια κατάφερε να είναι μια ζωντανή κοινότητα ανθρώπων, με ένα ικανοποιητικό επίπεδο οριζοντιότητας και μεγάλη ενεργητικότητα, δεν συνεχίστηκε μετά την ολοκλήρωση του πρώτου κύκλου ζωής της, παρόλο που όλοι οι λόγοι που δημιουργήθηκε εξακολουθούν να ισχύουν.

Αναφορικά με το πρώτο, αποτελεί κοινή διαπίστωση -σχεδόν του συνόλου- των συλλογικών κριτικών απολογισμών των ομάδων, η αποτυχία της πορείας.  Που οφείλεται λοιπόν η χαμηλή συμμετοχή κόσμου κυρίως του κινήματος σ’ αυτή την πορεία, δεδομένου ότι θα ήταν αφελές να περιμέναμε τις μάζες των υγειονομικών εργαζομένων να την πλαισιώσουν, με τόσο μικρό χρονικό διάστημα παρεμβάσεων; Αν διευκρινίσουμε ότι η διαφοροποίηση μεταξύ των αριθμητικών μέτρων της αποτυχίας και της επιτυχίας, είναι μάλλον μικρή, αφού -υπενθυμίζουμε- ότι τα εναλλακτικά σχέδια της πορείας, γινόταν στη βάση του αριθμού των 250 ανθρώπων, Θα ξεκλειδώσουμε την ερμηνεία αυτής της κατάστασης, πέρα από έκτακτα φαινόμενα όπως ο καύσωνας που ταλαιπωρούσε την πόλη την συγκεκριμένη χρονική περίοδο.

Η συμμετοχή στην πορεία αφορούσε κατά βάση τις σχέσεις που είχαμε με το κίνημα και το πόσο κινητοποιήθηκαν αυτές οι σχέσεις. Κοινή διαπίστωσή μας είναι ότι αυτές οι σχέσεις δεν κινητοποιήθηκαν επαρκώς. Δεν καταφέραμε να τις κινητοποιήσουμε είτε επειδή υποτιμήσαμε την πορεία, είτε επειδή δεν είχαμε συμφωνήσει συλλογικά το βαθμό σημασίας της πορείας στα πλαίσια της καμπάνιας, είτε γιατί θεωρήσαμε ότι είχαμε πετύχει ήδη τους περισσότερους στόχους που είχαμε βάλει. Δεν καταφέραμε επίσης, επειδή η πορεία δεν είχε κάποιο άμεσο διακύβευμα με την έννοια του αιτήματος προς πραγματοποίηση, ώστε η συμμετοχή σ’ αυτή, να γίνει αντιληπτή από τον κάθε σύντροφο και συντρόφισσα του ευρύτερου κινήματος, ως κάτι που θα έχει σοβαρές συνέπειες, για την καθημερινότητα τη δική του και των άλλων εκμεταλλευόμενων. Κι αυτό, με δεδομένο ότι η συγκυρία διεξαγωγής της πορείας συνέπεσε με μια ύφεση της πανδημίας και με την κρατική πολιτική του (εκ νέου) ανοίγματος της τουριστικής περιόδου. Τέλος, είναι γεγονός ότι οι θέσεις μας και οι τρόποι παρέμβασης και δράσης μας, είχαν ένα ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα, που άμεσα και έμμεσα στεκόταν από μια κριτική σκοπιά, σε θέσεις και στάσεις, που είχαν λάβει οι διάφορες συνιστώσες του κινήματος. Μια τέτοια στάση και συμπεριφορά, παραδοσιακά δεν είναι κάτι που μπορεί να λειτουργήσει ως πόλος έλξης στις πολιτικές διαδικασίες και ομάδες του εγχώριου κινήματος.

Αναφορικά με το δεύτερο, με το γιατί δηλαδή οι περισσότερες διαδικασίες, αποφάσισαν ότι δεν έχει νόημα να συνεχιστεί η καμπάνια, υπάρχουν κατά τη γνώμη μας διάφορες αιτίες. Η πιο σημαντική είναι ότι η αποτυχία της πορείας έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο να νιώσει ματαίωση αρκετός κόσμος που συμμετείχε στο εγχείρημα και συνέβαλλε στην αποσύνθεση του. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι καλώς ή κακώς, πρέπει να παραδεχτούμε, ότι τα ηλικιακά χαρακτηριστικά του κινήματος, το γεγονός δηλαδή ότι ο κόσμος που απαρτίζει το κίνημα είναι στη μεγάλη πλειοψηφία του νεαρόκοσμος, χωρίς σοβαρές υγειονομικές ανάγκες, είναι προφανές ότι παίζει σημαντικό ρόλο στο πως αντιλαμβάνεται το ζήτημα της υγείας/ δημόσιας περίθαλψης. Εκτιμούμε επίσης ότι ένα σεβαστό κομμάτι αυτού του κόσμου, εμπιστεύεται εναλλακτικές -προς τη δυτική ιατρική- θεραπευτικές αντιλήψεις, άρα τον απασχολεί λίγο, ή καθόλου, το ζήτημα μιας «καλύτερης δημόσιας περίθαλψης». Τέλος, όντας αυτός ο κόσμος παιδί της νεοφιλελεύθερης περιόδου, έχει αποδεχθεί το νεοφιλελεύθερο δόγμα, ότι δηλαδή  για να βρεις λύση στο πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζεις, πρέπει να βάλεις το χέρι στην τσέπη κι όχι π.χ. να διεκδικήσεις πρόσβαση στη δημόσια περίθαλψη. Απόδειξη για το τελευταίο, είναι και το γεγονός ότι, π.χ. η αλληλεγγύη σε κάποιο πάσχων σύντροφο/-ισσα, αντί να διεκδικηθεί σ’ ένα δημόσιο και δωρεάν πλαίσιο θεραπείας μέσα από κάποια αγωνιστική κινητοποίηση, παίρνει τη μορφή πάρτι, για να καλυφθεί το κόστος της θεραπείας του/της πάσχοντος/πάσχουσας. Πρέπει να ομολογήσουμε ότι, αυτά τα τρία στοιχεία που αναφέραμε, αποτελούν και χαρακτηριστικά στον ένα ή στον άλλο βαθμό, του κόσμου που συμμετείχε στην καμπάνια. Τέλος, είπαμε πριν ότι ο περισσότερος κόσμος της καμπάνιας δεν αναγνωρίζει ως ζωτικό ζήτημα της καθημερινότητας του, το ζήτημα της δημόσιας περίθαλψης, είτε επειδή δεν δουλεύει σε αυτή, είτε εξαιτίας των τριών στοιχείων που αναλύσαμε πριν. Αυτό σημαίνει, ότι το βλέπει σε ένα βαθμό ως ιδεολογικό ζήτημα. Άρα, δεν πιστεύει ότι θα βρει κάποια λύση στα προβλήματα υγείας του, μέσα από την συμμετοχή στις διαδικασίες της καμπάνιας. Είναι γεγονός ότι ενός τέτοιου τύπου βλέμμα/ οπτική δεν παράγει σταθερές, χρόνιες και απαιτητικές δεσμεύσεις.

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΜΠΑΝΙΑΣ «ΥΓΕΙΑ ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥΣ»

Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published.