Αναδημοσιεύουμε μια παλαιότερη συνέντευξη συντρόφων και συντροφισσών που συμμετείχαν στις ‘Ομάδες ενάντια στην ακρίβεια’ και τις περσινές παρεμβάσεις αυτομείωσης στα σούπερ μάρκετ. Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο 3ο τεύχος του εντύπου ‘Μπετόν Λαμέ‘ της κατάληψης Φάμπρικα Υφανέτ [Θεσσαλονίκη].
Θα θέλατε να μας περιγράψετε τη σύνθεση πίσω από το όνομα “Ομάδες ενάντια στην ακρίβεια”; Πρόκειται για κάποια συνέλευση που προέκυψε από προηγούμενο κύκλο αγώνα ή περίοδο κρίσης;
Όπως συμβαίνει με κάθε διαδικασία αγώνα, υπάρχει μια διαδρομή σχέσεων, εμπειριών και ζυμώσεων η οποία σε μια δεδομένη στιγμή αποκρυσταλλώθηκε σε συγκεκριμένη οργανωτική μορφή. Οι “Ομάδες ενάντια στην ακρίβεια” άρχισαν να συναντιούνται στις αρχές της άνοιξης του 2023, έπειτα από ένα κάλεσμα των Κινήσεων για την Ταξική Αυτονομία προς συλλογικότητες με τις οποίες είχαν συναντηθεί το προηγούμενο διάστημα πάνω στα πεδία αγώνα της συγκυρίας, και ειδικότερα την ακρίβεια. Το προηγούμενο διάστημα, την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2022, είχε λειτουργήσει ένας βραχύβιος συντονισμός συνελεύσεων γειτονιάς, εργατικών ομάδων και πολιτικών συλλογικοτήτων για την αντίσταση στην αύξηση του κόστους ζωής, έπειτα από κάλεσμα της εργατικής συνέλευσης “νομάδες”, ο οποίος διοργάνωσε μια διαδήλωση ενάντια στην ακρίβεια τον Ιούνιο, χωρίς όμως να καταφέρει να προχωρήσει παρακάτω.
Οι “Ομάδες ενάντια στην ακρίβεια” ξανάπιασαν το νήμα αυτής της διαδικασίας, της ανάδειξης δηλαδή ενός τόσο μεγάλου ζητήματος όπως είναι ο πληθωρισμός και η ακρίβεια από την σκοπιά των αναγκών των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεζόμενων, επιχειρώντας επιπλέον να δημιουργήσουν ένα έμπρακτο παράδειγμα αγώνα για μείωση του κόστους ζωής με όρους καθημερινότητας. Έτσι, ξεκίνησαν να επεξεργάζονται ένα σχέδιο δημιουργίας κινήσεων αυτομείωσης σε σούπερ μάρκετ, δηλαδή μορφών συλλογικής δράσης που διεκδικούν μείωση των τιμών των προϊόντων ασκώντας πίεση μέσα απο τα συλλογικά ψώνια που οργανώναμε από το μπλοκάρισμα των ταμείων, την απεύθυνση κοινής διεκδίκησης κοινού αγώνα σε πελάτες και εργαζόμενες, και την αντιπαράθεση με την διεύθυνση του καταστήματος μέχρι την ικανοποίηση του αιτήματός. Στην πρώτη φάση των κινητοποιήσεων που κράτησαν όλο το 2023, το αίτημα ήταν 20% μείωση τιμών για όλα τα άτομα που βρίσκονταν μέσα στο σούπερ μάρκετ όσο διαρκούσε η παρέμβαση.
Η απόπειρα για έμπρακτη συλλογική διεκδίκηση μείωσης του κόστους ζωής έχει βέβαια την δική της ιστορικότητα και παρουσία σε προηγούμενους κύκλους αγώνων, η βιωμένη εμπειρία και πολιτική επεξεργασία των οποίων έπαιξε έναν ρόλο στην διαμόρφωσης της σημερινής μορφής που έχουν οι παρεμβάσεις αυτομείωσης. Κατά τον κύκλο αγώνων ενάντια στην καπιταλιστική αναδιάρθρωση και τις πολιτικές λιτότητας της περιόδου 2010-2012, αναπτύχθηκε ένα κύμα άρνησης πληρωμών από τα κάτω σε διάφορα πεδία της καθημερινότητας, όπως οι δημόσιες συγκοινωνίες, οι λογαριασμοί ρεύματος, τα διόδια, η επιβολή εισιτηρίου στα νοσοκομεία κ.ά. Όσον αφορά τις τιμές των καταναλωτικών αγαθών, η συγκεκριμένη μορφή δράσης στα σούπερ μάρκετ αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια στις ανατολικές συνοικίες της Αθήνας (από τοπικές συλλογικότητες όπως η Συνέλευση Μπας Και Τη Βγάλουμε και η Συνέλευση Αδιαμεσολάβητης Δράσης Βύρωνα, Καισαριανής, Παγκρατίου, Ζωγράφου), σημειώνοντας μάλιστα δύο μικρές νικηφόρες παρεμβάσεις στου Ζωγράφου τον χειμώνα του 2016 και στην Καισαριανή την άνοιξη του 2022.
Μέχρι σήμερα, οι παρεμβάσεις που έχουμε δει σε σούπερ μάρκετ από το ευρύτερο ανταγωνιστικό κίνημα είχαν συγκεκριμένες μορφές, είτε μοίρασμα προκηρύξεων εντός και εκτός των χώρων, είτε απαλλοτρίωση προϊόντων και διάθεσή τους στη γειτονιά. Τι σας οδήγησε να επιλέξετε αυτή τη δημόσια δράση για μείωση του συνολικού τελικού ποσού;
Πριν ξεκινήσουμε τις παρεμβάσεις με χαρακτήρα αυτομείωσης στα super market, μια πρωτοβουλία ανθρώπων κάτσαμε να σκεφτούμε και να συζητήσουμε γύρω από τη συνθήκη του αυξημένου κόστους διαβίωσης που πλήττει την κοινωνία. Βασικό σημείο των συναντήσεων μας ήταν το γεγονός ότι φαινόταν να λείπει μια συνεπής, γειωμένη παρέμβαση στο θέμα του κόστους των τροφίμων και των ειδών βασικής ανάγκης, όχι μόνο από κινηματικές αυτόνομες διαδικασίες, αλλά ακόμη και από την αριστερά, κοινοβουλευτική ή μη. Σε αυτό το πλαίσιο οργανώσαμε μια μεθοδολογία παρέμβασης η οποία σε βάθος χρόνου θα μπορούσε να επιτύχει τους παρακάτω στόχους:
α) Να δημιουργήσει ένα έμπρακτο παράδειγμα αγώνα ενάντια στην ακρίβεια.
β) Να ικανοποιήσει τις ανάγκες μας, που πλήττονται από τη σημερινή κατάσταση.
γ) Να αναγκάσει τα αφεντικά να μειώσουν τις τιμές.
δ) Να δημιουργήσει ευρύτερα πολιτικό θέμα.
Έχοντας πραγματοποιήσει αρκετές παρεμβάσεις με μοιράσματα κειμένων έξω από καταστήματα το προηγούμενο διάστημα, κατά τις οποίες συνομιλήσαμε με τον κόσμο που ψώνιζε αλλά και με εργαζόμενες, διαπιστώσαμε ότι (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) υπήρχε μεγάλη δυσαρέσκεια και άγχος για το επίπεδο των τιμών. Φτάσαμε έτσι στο συμπέρασμα ότι έπρεπε να πάμε ένα βήμα παραπέρα. Θέλαμε να βρούμε τον τρόπο να έρθουμε πιο κοντά με αυτούς τους ανθρώπους, δημιουργώντας μια συνθήκη συλλογικής διεκδίκησης μείωσης των τιμών, απέναντι στην εργοδοσία, μέσα στα ίδια τα su- per market, σε ώρες αιχμής. Πράγματι, στην πρώτη παρέμβαση που πραγματοποιήθηκε στην Κυψέλη τον περασμένο Μάρτιο, η συμμετοχή και η στήριξη του κόσμου που ψώνιζε εκείνη την ώρα στο κατάστημα ήταν απροσδόκητη. Άνθρωποι με τους οποίους δεν είχαμε ξανασυναντηθεί, επικροτούσαν, χειροκροτούσαν, συμμετείχαν ενεργά στη διαπραγμάτευση με την προϊστάμενη του καταστήματος, καθόντουσαν για ώρα στις ουρές πίσω από τα ταμεία διεκδικώντας μαζί μας μείωση 15-20% στο καλάθι. Μπορεί τελικά εκείνη την ημέρα η διεύθυνση να μην υποχώρησε στο δίκαιο αίτημα μας, όμως η δυναμική που αναπτύχθηκε ήταν πρωτόγνωρη και αισιόδοξη για το μέλλον. Αξίζει να πούμε πως καθ’ όλη τη διάρκεια της παρέμβασης (2 ώρες), αρκετός κόσμος ήταν συγκεντρωμένος απ’ έξω, φωνάζοντας συνθήματα, μοιράζοντας κείμενα, πετώντας τρικάκια και κάνοντας ανακοινώσεις μέσω μεγάφωνου, ενώ στο τέλος πραγματοποιήθηκε μικρή πορεία στη γειτονιά. Όσον αφορά την τακτική της απαλλοτρίωσης των αγαθών και της διάθεσης τους στις γειτονιές, θα πρέπει να αναρωτηθούμε σε ποιο βαθμό αυτή δημιουργεί τις προϋποθέσεις συλλογικής συμμετοχής των εκμεταλλευόμενων υποκειμένων και σε ποιο βαθμό ενισχύει την παθητικότητα τους, μέσω της υπόρρητης συναίνεσης στον ακτιβισμό μιας πολιτικοποιημένης πρωτοπορίας. Ίσως σε μια περίοδο γενικευμένου ξεσηκωμού, το κίνημα που θα αναπτυχθεί να θέσει νέες δυναμικές και μορφές αγώνα και να ξεπεράσει τα εμπόδια που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Στην παρούσα φάση όμως, θεωρήσαμε ότι ο καλύτερος τρόπος να πετύχουμε τη μέγιστη δυνατή συμμετοχή στις κινήσεις μας, να εμπλέξουμε δηλαδή με ισότιμους όρους όσους περισσότερους ανθρώπους ψωνίζουν εκείνη την ώρα στο κατάστημα, στην άμεση διεκδίκηση της μείωσης των τιμών, ήταν μια μαζική δημόσια παρέμβαση, που θα μπλοκάρει για λίγο τη ροή των εμπορευμάτων, ασκώντας ασκει πραγματική πίεση στα αφεντικά.
Οι παρεμβάσεις που έχετε πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα συνέβησαν στο ίδιο σούπερ μάρκετ; Πρόκειται για τη γειτονιά δραστηριοποίησης των συλλογικοτήτων; Πρόκειται για το ζωτικό χώρο των μελών της συνέλευση
Οι περισσότερες από τις παρεμβάσεις αυτομείωσης που οργάνωσαν μέχρι τώρα οι “Ομάδες ενάντια στην ακρίβεια” πραγματοποιήθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Κυψέλης και των Πατησίων, και σε μικρότερο βαθμό στις ανατολικές συνοικίες της Αθήνας (Καισαριανή, Βύρωνας κλπ). Επιλέχθηκαν διαφορετικά σούπερ μάρκετ κάθε φορά, τόσο της ίδιας αλυσίδας όσο και διαφορετικών αλυσίδων (Σκλαβενίτης, Μασούτης, Κρητικός). Δεδομένης της συμμετοχής συλλογικοτήτων με τοπική αναφορά (όπως η Συνέλευση Αδιαμεσολάβητης Δράσης Βύρωνα, Καισαριανής, Παγκρατίου, Ζωγράφου και η Πρωτοβουλία Εργαζομένων/Ανέργων στα Νότια) αλλά και συλλογικοτήτων χωρίς τοπική αναφορά (πχ Κινήσεις για την Ταξική Αυτονομία και Re/tra-verse), η παρέμβαση στην γειτονιά που βρίσκεται το κάθε σούπερ μάρκετ με όρους καθημερινότητας δεν ήταν κάτι κοινό και δεδομένο. Παρόλα αυτά, πάντα υπήρχε το σκεπτικό ότι για να επεκταθεί ένα τέτοιο παράδειγμα αγώνα και να φέρει υλικά αποτελέσματα θα πρέπει να εδαφικοποιηθεί μέσα από κοινότητες αγώνα και αλληλεγγύης που θα καταφέρνουν να θέσουν το ζήτημα της ακρίβειας και της μείωσης του κόστους ζωής με όρους καθημερινότητας. Ο επιθυμητός ορίζοντας των “Ομάδων ενάντια στην ακρίβεια” είναι η πρακτική της αυτομείωσης να επεκταθεί μέσα από ένα κίνημα στις γειτονιές που θα καταφέρει να συσπειρώσει ευρύτερα τμήματα των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεζόμενων. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση, διοργανώσαμε στις αρχές Δεκεμβρίου μια ανοιχτή εκδήλωση στην γειτονιά της Κυψέλης που έπειτα οδήγησε στην δημιουργία μιας νέα συνέλευσης γειτονιάς ενάντια στην ακρίβεια, η οποία αυτήν την στιγμή κάνει τα πρώτα της βήματα οργανωτικής συγκρότησης και κοινωνικής απεύθυνσης.
Κατά τη διάρκεια της παρέμβασης, ποια ήταν η στάση της διοίκησης και των εργαζόμενων και ποια η αντίδραση των πελατών;
Όπως έχει αναφερθεί και νωρίτερα οι δράσεις αυτομείωσης έρχονται ως μια συνέχεια δράσεων που συμπεριελάμβαναν μοιράσματα έξω από τα σουπερμάρκετ και συζητήσεις με πελάτες αλλά και με εργαζόμενους κατά την διάρκεια των διαλειμμάτων τους. Έτσι καταφέραμε να αναπτύξουμε μια ελάχιστη σχέση εμπιστοσύνης μαζί τους. Αυτή η σχέση στεκόντανε βοηθητικά και κατά την διάρκεια της παρέμβασης, όταν οι εργαζόμενοι έβλεπαν ότι απέναντι τους, ήταν πρόσωπα με τα οποία είχαν έρθει σε επαφή και είχαν δείξει ένα ενδιαφέρον για τις εργασιακές συνθήκες αλλά και για την ακρίβεια που τους έπληττε εξίσου. Φυσικά κατά την διάρκεια της εκάστοτε παρέμβασης φροντίζαμε να εξηγούμε σε όλους τους εργαζομένους το πλαίσιο δράσης μας, οπότε η πλειοψηφία αυτών έβλεπαν τις παρεμβάσεις θετικά. Σε ένα παρόμοιο πλαίσιο κινούνταν και η μεγαλύτερη μερίδα των πελατών, οι οποίοι αγανακτισμένοι από το μέγεθος της ακρίβειας, στέκονταν μαζί μας στις ουρές των ταμείων υποστηρίζοντας το αίτημα της παρέμβασης. Μάλιστα μερικοί από αυτούς συμμετείχαν πρωτοβουλιακά και στο κομμάτι διαπραγματεύσεων με την διοίκηση. Αναπόφευκτα υπήρχε μια μικρή μερίδα πελατών οι οποίοι δυσανασχετούσαν με την ευρύτερη δράση, αλλά η δυνατότητα να περάσουν από ένα μη μπλοκαρισμένο ταμείο δρούσε ως παράγοντας αποτροπής ενός κλίματος διαμάχης. Όσων αφορά την στάση της διοίκησης των σουπερμάρκετ αυτή είχε διαφοροποιηθεί. Στα σουπερμάρκετ του ομίλου Σκλαβενίτη η κεντρική διοίκηση στέκονταν ανένδοτη στο αίτημα της μείωσης, πιέζοντας τους διευθυντές με τους οποίους ήταν σε επικοινωνία, να καλέσουν την αστυνομία και να αναμένουν την λήξη της δράσης. Έτσι με την σειρά τους και οι διευθυντές των καταστημάτων στεκόντανε εχθρικά απέναντι μας προσπαθώντας αρχικά μέσω της αστυνομίας να μας εκφοβίσουν. Βλέποντας ότι αυτή η τακτική δεν έπιανε, έμπαιναν με την σειρά τους σε μια στάση αναμονής περιμένοντας την λήξη της παρέμβασης. Αντίθετα σε σουπερμάρκετ της αλυσίδας Μασούτης, η διοίκηση ύστερα από έντονη πίεση και διαπραγματεύσεις είχε υποχωρήσει και αποδέχτηκε μια μείωση της τάξης του 6%.
Οι παρεμβάσεις σας αυτές έχουν μια ιστορική αναφορά στις αυτομειώσεις που πραγματοποιούνταν την περίοδο του ‘70 στην Ιταλία από τη στέγαση, τη μετακίνηση, την ενέργεια έως τις τιμές στα προϊόντα των σούπερ μάρκετ. Υπάρχει κάτι από την παρακαταθήκη αυτή που σας εμπνέει και πως πιστεύετε ότι κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί σήμερα
Αναμφίβολα η αυτομείωση είναι μια έννοια ιστορικά και νοηματικά συνδεδεμένη με το κίνημα της ιταλικής αυτονομίας. Ένα μαζικό κοινωνικό κίνημα που χαρακτηρίστηκε από πολύμορφες δράσεις αλλά και αλλεπάλληλες εξεγέρσεις την περίοδο 1968-1977 και έληξε στη δίνη της ανελέητης κρατικής καταστολής. Σε αντίθεση με τον γαλλικό Μάη του 68’, τις θεσμικές κατακτήσεις του και την μετέπειτα αναγόρευση του σε πολιτισμικό γεγονός, η επανανοηματοδότηση της ιταλικής αυτονομίας παραμένει στα χέρια των κινημάτων, τα οποία ακόμη και σήμερα έχουν να διδαχθούν πολλά από τον χαρακτήρα της, καθώς υπήρξε η πρώτη μαζική αντίδραση στο μοντέλο καπιταλισμού που επικράτησε διεθνώς το επόμενο διάστημα (νεο-φιλελευθερισμός). Η διεθνής πετρελαϊκή κρίση του 1973 άρχισε να εκφράζεται στην Ιταλία μέσω του υψηλού πληθωρισμού (25%) και αποτέλεσε την ικανή συνθήκη αντεπίθεσης του κεφαλαίου απέναντι στην εργατική τάξη, η οποία μέσα από τους μαζικούς αγώνες των προηγούμενων χρόνων είχε καταφέρει να στρέψει τους όρους του κοινωνικού συμβολαίου προς το μέρος της, πετυχαίνοντας σημαντικές αυξήσεις στους μισθούς αλλά και διευρυμένα συνδικαλιστικά δικαιώματα και ελευθερίες σε εθνική κλίμακα. Πρώτοι σταθμοί της πρακτικής της αυτομείωσης υπήρξαν οι αντιδράσεις στις αυξήσεις των τιμών στα εισιτήρια των λεωφορείων της γραμμής Pinerolo-Torino το 1974, που χρησιμοποιούνταν από εκατοντάδες εργαζόμενους καθημερινά και στη συνέχεια οι αρνήσεις πληρωμών των αυξημένων λογαριασμών ρεύματος, οι οποίες πήραν μαζικές διαστάσεις κυρίως στο Torino, φτάνοντας τους 140.000 λογαριασμούς. Σε αυτή τη φάση συγκροτήθηκαν επιτροπές αγώνα που συντόνιζαν τις ενέργειες των πολυκατοικιών και δημιούργησαν συνδέσμους ανάμεσα στις γειτονιές και τα εργοστάσια, αξιοποιώντας τον θεσμικά αναγνωρισμένο ρόλο των συνδικάτων, τα οποία έβαζαν πλάτη για τη νομιμοποίηση αυτών των κινήσεων (για παράδειγμα οι εργαζόμενοι της ENEL – δημόσια εταιρία ηλεκτρισμού – αρνούνταν να κλείνουν το ρεύμα σε σπίτια που δεν είχαν πληρώσει λογαριασμούς). Η αυτομείωση αποτέλεσε έτσι τη σπίθα για ένα νέο κύμα κοινωνικών αγώνων, απέναντι στο αυξημένο κόστος ζωής, τη μείωση των δημοσίων δαπανών, την αύξηση της ανεργίας και την καταστολή του κράτους. Δύο είναι τα πράγματα που πρέπει να κρατήσουμε. Πρώτο, η αυτομείωση σηματοδότησε τη μετατόπιση της ταξικής πάλης από το πεδίο της παραγωγής (τα εργοστάσια) στο πεδίο της αναπαραγωγής ή κατανάλωσης (τον ευρύτερο αστικό ιστό). Τότε εμφανίστηκε στο προσκήνιο μια νέα γενιά προλετάριων, κακοπληρωμένων και επισφαλών, η οποία δεν απολάμβανε τα προνόμια των βιομηχανικών εργατών, καθώς και μια νέα γενιά φοιτητών, η οποία έβλεπε τον εαυτό της να λιμνάζει μέσα σε ένα μαζικό πανεπιστήμιο που φαινόταν ανίκανο να εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές μέλλον. Το συλλογικό αυτό υποκείμενο άφησε το στίγμα του στην εξέλιξη του κινήματος. Οι επιθυμίες και οι δράσεις του υπήρξαν καθοριστικές στην κορύφωση της σύγκρουσης ανάμεσα στη θεσμική εργατική γραφειοκρατία, που πρόκρινε αυστηρά παραδοσιακές μορφές πάλης όπως η απεργία, και στη νέα μορφή αυτόνομης οργάνωσης στη βάση, η οποία εμπλούτιζε τη μορφή του αγώνα με νέα μέσα όπως καταλήψεις στέγης και πανεπιστημίων, δημιουργία πειρατικών ραδιοφωνικών σταθμών, κοιτώντας προς την οικειοποίηση του αστικού πεδίου. Η σύγκρουση αυτή κορυφώθηκε με τον λεγόμενο «ιστορικό συμβιβασμό», την πολιτική συμφωνία του Ιταλικού Κομουνιστικού Κόμματος και της συντηρητικής Χριστιανοδημοκρατίας πάνω στα μέτρα λιτότητας που έπρεπε να παρθούν για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης και την απόκτηση κυβερνητικών θέσεων από το ΙΚΚ. Δεύτερο, η αυτομείωση, με τους μαζικούς όρους της δεκαετίας του 70’, αποτέλεσε μια μορφή κοινωνικού ελέγχου από τα κάτω. Περιόρισε δηλαδή το βαθμό αποξένωσης των εργαζομένων από το προϊόν της εργασίας τους, εν προκειμένω τα καταναλωτικά αγαθά, δημιουργώντας έτσι τις προϋποθέσεις για μια ριζική κοινωνική αλλαγή. Έθεσε υπό αμφισβήτηση τον έλεγχο του Κράτους και των δημοσίων θεσμών πάνω στις τιμές των προϊόντων των βασικών καταναλωτικών αγαθών (δημόσιες συγκοινωνίες, ρεύμα, στέγαση), δημιουργώντας μια σφαίρα συλλογικής κατανάλωσης ικανής να εφαρμόζει τη δική της «πολιτική κοστολόγησης» και για αυτό πολεμήθηκε άγρια. Αξίζει εδώ να πούμε ότι στην Ιταλία ο κατασταλτικός μηχανισμός κινητοποιούνταν πιο άμεσα για να υπερασπιστεί την ιδιωτική περιουσία. Για παράδειγμα η καταστολή ήταν άμεση στις περιπτώσεις αυτομειώσεων σε προϊόντα των super-markets και καταλήψεις άδειων σπιτιών που ανήκαν σε ιδιώτες, καθώς αμφισβητούνταν η ατομική ιδιοκτησία. Στην Ελλάδα, από την εξέγερση του Δεκέμβρη το 2008 μέχρι και το κίνημα ενάντια στη λιτότητα το 2012, είδαμε πολλά παραδείγματα αυτομειώσεων – αρνήσεις πληρωμών στα ΜΜΜ και στα διόδια, απαλλοτριώσεις αγαθών κλπ – χωρίς όμως να πάρουν τον μαζικό και οργανωμένο χαρακτήρα του κινήματος της Ιταλίας. Σήμερα το κόστος ζωής έχει εκτοξευτεί σε δυσθεώρητα επίπεδα, καθώς ο ελληνικός καπιταλιστικός σχηματισμός προσπαθεί να ξεπεράσει την πρόσφατη κρίση που εκφράστηκε μέσω της πανδημίας. Βρισκόμαστε σε μια συνθήκη κινηματικής «καθίζησης» όπου η κοινωνία δείχνει να έχει «ξεχάσει πώς να αγωνίζεται». Έτσι, το Παράδειγμα της Ιταλίας παραμένει επίκαιρο, ενώ μπορεί να αποτελέσει ένα φωτεινό σημάδι για τη συγκρότηση των αντιστάσεων σήμερα.
Από την έκβαση των παρεμβάσεων είδαμε πως δεν υπήρχε μέχρι σήμερα το επιθυμητό αποτέλεσμα, που είναι η μείωση στις τιμές τον προϊόντων. Πώς θα μπορούσαν να γίνουν πιο επιτυχημένες οι παρεμβάσεις; (τι μπορεί να έφταιγε μέχρι σήμερα; Η οργάνωση; Η κακή προεργασία; Η μικρή προσέλευση; Η απουσία κοινοτήτων αγώνα; Η επιλογή του τύπου επιχειρήσεων; Το ανεδαφικό της διεκδίκησης; Η αποφασιστικότητα των αφεντικών; Η εποχή;)
Κάνοντας έναν απολογισμό των παρεμβάσεων, τι θα αλλάζατε ή βελτιώνατε;
Η αλήθεια είναι ότι όσον αφορά το συγκεκριμένο στόχο/αποτέλεσμα δηλ. τη μείωση των τιμών κατά 20% για 1 ώρα για όσα άτομα ψωνίζουν εκείνη την ώρα στο σούπερ μάρκετ δεν έχει επιτευχθεί μέχρι τώρα. Πιο κοντά σε αυτό, όπως προείπαμε, φτάσαμε σε μία παρέμβαση που καταφέραμε να κερδίσουμε την εταιρική -πενιχρή- έκπτωση 6% για μία ώρα για όσους βρίσκονταν στο κατάστημα. Ξέραμε, ότι τέτοιου είδους δράσεις θα ήταν δύσκολο να επιτευχθούν, καθώς δεν μιλάμε για έκπτωση σε 5-10 ανθρώπους αλλά σε όσους βρίσκονται εκείνη τη στιγμή στο κατάστημα για 1 ώρα. Τα αφεντικά ειδικά μετά τις πρώτες παρεμβάσεις ήξεραν περίπου τι κάνουμε και για πόση ώρα καθόμαστε και μπλοκάρουμε στα ταμεία, οπότε απλά οι διευθυντές των σούπερ μάρκετ είτε μας έδιναν θολές απαντήσεις γύρω από το τεχνικό ζήτημα και το πώς να επιτευχθεί η έκπτωση είτε μας έλεγα ότι δεν μπορούν να πάρουν οι ίδιοι παρά μόνοι οι ανώτεροι τους, μια τέτοια απόφαση για μείωση των τιμών πάνω. Σε μια τελευταία παρέμβαση μάλιστα στις ανατολικές συνοικίες, η απάντηση των διευθυντών και υπευθύνων ήταν ότι δεν μπορούν να δώσουν την έκπτωση, καθώς αν το έκαναν, θα ξαναπηγαίναμε ξανά και ξανά αφού το είχαμε κερδίσει. Τα αφεντικά των σούπερ μάρκετ δηλαδή ήταν ενήμερα για ένα σύνολο κινήσεων αυτομείωσης που έχουν γίνει σε διάφορες γειτονιές.
Επίσης, φαίνεται να γνώριζαν ότι η δράση διαρκεί κοντά στις 2 ώρες, οπότε έκαναν υπομονή, όση μπορούσαν δηλαδή καθώς είχαν τουλάχιστον 20 άτομα να τους πιέζουν. Σίγουρα, μας πέρασε από το μυαλό να αυξήσουμε το χρονικό όριο της δράσης ή να πραγματοποιήσουμε μία χωρίς όριο (μέχρι να πάρουμε την έκπτωση που θέλουμε). Βέβαια έχοντας παρατηρήσει ότι μετά από κάποια ώρα αναμονής στα ταμεία μπλοκαρίσματος των ταμείων και δημιουργίας ενός κλίματος διεκδίκησης μέσα και έξω από το σούπερ μάρκετ, ο κόσμος που ψώνιζε μειωνόταν και δεν ανανεωνόταν, οπότε υπήρχε σοβαρός κίνδυνος να μείνουμε μόνο εμείς που σχετιζόμασταν με τη δράση.
Το οργανωτικό σκέλος ήταν κάτι στο οποίο δίναμε ιδιαίτερη σημασία. Κάθε δράση είχε συγκεκριμένο πλάνο με χρονοδιάγραμμα, καθορισμένους ρόλους και εναλλακτικές στρατηγικές σε περίπτωση που άλλαζε κάτι κατά τη διάρκεια της δράσης. Γνωρίζαμε για κάθε αλυσίδα σούπερ μάρκετ οικονομικά στοιχεία, τζίρους και στατιστικά. Είχαμε προβλέψει κάποιες από τις αντιδράσεις και επιλογές των υπευθύνων των σούπερ μάρκετ και ξέραμε πώς θα αντιδράσουμε αντίστοιχα. Υπήρχε μια συνέπεια στο γενικό πλάνο, το χρονοδιάγραμμα και τη μαζικότητα που απαιτείται για μια τέτοια δράση, αλλά και σε ειδικές λεπτομέρειες όπως τι ρόλο είχε ο καθεμία και τι έπρεπε να κάνουμε κάθε στιγμή.
Το τεχνικό και οργανωτικό ζήτημα μας απασχόλησε ιδιαίτερα στις συζητήσεις μας. Πώς θα μπορούσαμε δηλαδή να ανακαλύψουμε και έναν τεχνικό τρόπο ώστε να μπορεί να εφαρμοστεί μια έκπτωση της τάξης του 20% στα ταμεία; Τι θα έπρεπε να απαντήσουμε σε περίπτωση που μας πρότειναν (όπως και έγινε σε σούπερ μάρκετ μικρότερης αλυσίδας στις ανατολικές συνοικίες) ονομαστικές κάρτες με μόνιμη έκπτωση; Και ένα ερώτημα λιγότερο τεχνικό αλλά αρκετά πραγματικό, τι λέμε σε τόσους ανθρώπους που περίμεναν και διεκδικούσαν μαζί μας στα ταμεία τη μείωση τιμών; Έχουμε έναν τρόπο (πχ με απαλλοτρίωση των προϊόντων) να ικανοποιήσουμε τις κοινές μας ανάγκες και να πετύχουμε κάτι έστω και για εμάς; Αυτά τα ερωτήματα δεν έχουν πλήρως απαντηθεί και παραμένουν ανοιχτά. Οι όποιες επόμενες παρεμβάσεις γίνουν θα αναμετρηθούν αναγκαστικά και με αυτά.
Είναι προφανές ότι το οργανωτικό και τεχνικό μέρος όσο καλό και να είναι δεν μπορεί από μόνο του να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα και συγκεκριμένα τη μείωση τιμών. Το κλίμα ήττας που κυριαρχεί, η απουσία κοινοτήτων αγώνα στις γειτονιές αλλά και η μη εμπλοκή νέου κόσμου της γειτονιάς και κυρίως κόσμου που ψωνίζει σε αυτές τις δράσεις, μειώνει τις πιθανότητες επιτυχίας. Αν σε κάτι πέτυχαν αυτές οι παρεμβάσεις είναι να πάνε ένα βήμα παραπέρα αυτή την ιστορία με την ακρίβεια, καθώς κατάφεραν να σπάσουν το κλίμα ήττας που κυριαρχεί και τη λογική του «τίποτα δε γίνεται», να δημιουργήσουν ένα νέο παράδειγμα αγώνα εδαφικοποιημένου σε μια γειτονιά και στελεχωμένου από ανθρώπους που ψωνίζουν, κινούνται και ζουν σε αυτές τις γειτονιές, και αυτό δεν είναι καθόλου λίγο.
Τώρα, η συνέχιση και το περιεχόμενο των παρεμβάσεων αποτελεί αρμοδιότητα της νέας συνέλευσης (Κυψέλη Πατήσια ενάντια στην ακρίβεια) που δημιουργήθηκε. Ίσως, μια προοπτική των παρεμβάσεων στα σούπερ μάρκετ -πέραν της επικοινωνίας με ακόμα περισσότερους καταναλωτές και προσπάθεια εμπλοκής τους στις δράσεις- είναι η σύνδεση με την εργασία. Δηλαδή, αφενός η υιοθέτηση τέτοιων πρακτικών από σωματεία και η κοινή δράση μαζί τους αφετέρου η σύνδεση με τις εργαζόμενες που δουλεύουν στα σούπερ μάρκετ. Μια τέτοια σύνδεση θα ενίσχυε την ταξική θέση των εργαζομένων όσον αφορά μισθολογικές διεκδικήσεις και συνθήκες εργασίας αλλά και θα ανανέωνε τον αγώνα ενάντια στην ακρίβεια εμπλουτίζοντας τον με τεχνικές γνώσεις γύρω από τα logistics των προϊόντων δηλαδή τη μεταφορά, τη διανομή, την αποθήκευση αλλά ακόμα και την ποιότητα τους, ή τη διακύμανση των τιμών και την τεχνολογία που χρησιμοποιείται. Μια προσπάθεια να στρέψουμε όλη την εμπειρία και τη γνώση που αποκτάμε καθημερινά ενάντια στο κεφάλαιο.
Πρωτοβουλία ατόμων από τις ομάδες ενάντια στην ακρίβεια